védico - translation to ισπανικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

védico - translation to ισπανικά

PÁGINA DE DESAMBIGUACIÓN DE WIKIMEDIA

védico         
Vedic, of the Veda, of the sacred writings in Hinduism; of the Vedas, pertaining to each of the four books of the Veda
védico         
= Vedic, Veda.
Ex: Veda tradition has to some extent been influenced by local teachers in the one province where Vedic texts are preserved in manuscript form.
Ex: Veda tradition has to some extent been influenced by local teachers in the one province where Vedic texts are preserved in manuscript form.
Vedic         
  • 280px
  • ''Rigveda'' manuscript in [[Devanagari]]
  • A page from the ''Taittiriya Samhita'', a layer of text within the ''Yajurveda''
ANCIENT SCRIPTURES OF HINDUISM
Veda; Vaidika; Vedic philosophy; Las Vedas; Vedic scriptures; Vedic text; Vedic texts; Upaveda; Vedic literature; Vedic scripture; वेद; Vedansh; Vedic; Four Vedas; Three Vedas; Vedic Literature; The Vedas
(adj.) = védico
Ex: Veda tradition has to some extent been influenced by local teachers in the one province where Vedic texts are preserved in manuscript form.

Ορισμός

védico
védico, -a adj. De los Vedas o de la *lengua en que están escritos (sánscrito primitivo).

Βικιπαίδεια

Védico

Védico puede referirse a:

  • El védico o sánscrito védico, una antigua lengua indoeuropea de la India.
  • Algo referido a los Vedas, antiguos textos religiosos.